Τέλος το αλκοόλ για εκατομμύρια οδηγούς -Έρχονται αυστηρά όρια για όσους πίνουν και πιάνουν τιμόνι
Με στόχο τη μείωση των θανατηφόρων τροχαίων, η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητάει πολύ αυστηρά επιτρεπόμενα όρια αλκοόλ για μια κατηγορία οδηγών.
Αποφασισμένη να καταστήσει ασφαλέστερους τους δρόμους της, επιτυγχάνοντας το «όραμα» για μηδέν νεκρούς από τροχαία μέχρι το 2050 είναι η Κομισιόν, η οποία κατέθεσε μια δέσμη προτάσεων που αφορούν τις άδειες οδήγησης και ειδικότερα, την κατανάλωση αλκοόλ από τον οδηγό.
Είναι γνωστό άλλωστε ότι τον κίνδυνο εμπλοκής σε τροχαίο ατύχημα αυξάνει η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, δεδομένου ότι αυτό επηρεάζει επηρεάζει την αντιληπτική μας ικανότητα και περιορίζει τα αντανακλαστικά μας.
Στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να δώσει τέλος σε αυτή την ιδιαίτερα επικίνδυνη συνήθεια, και ως εκ τούτου πρότεινε να εφαρμοστούν μηδενικά όρια αλκοόλ στους αρχάριους οδηγούς, οι οποίοι σύμφωνα με την Κομισιόν θα είναι όσοι έχουν στην κατοχή τους την άδεια οδήγησης για διάστημα μικρότερο των δύο ετών.
Οι προτάσεις της Κομισιόν εξετάστηκαν από την Επιτροπή Μεταφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (TRANS) η οποία ψήφισε υπέρ της θέσπισης αυστηρού ορίου αλκοόλ για τους αρχάριους οδηγούς, αν και δείχνει να προτιμά το όριο να ανέρχεται σε 0.2 g/l, αντί να είναι μηδενικό.
Σημειώνεται ότι εφόσον περάσει η αυστηροποίηση των ορίων αλκοόλ για νέους οδηγούς, οι χώρες δεν θα είναι υποχρεωμένες να προχωρήσουν σε αλλαγές, καθώς η υιοθέτηση του συγκεκριμένου ορίου θα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ.
Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι υπάρχουν τέσσερις χώρες (Τσεχία, Ουγγαρία, Ρουμανία και Σλοβακία) που έχουν ήδη μηδενίσει εντελώς το επιτρεπόμενο όριο αλκοόλ κατά την οδήγηση, σε μια προσπάθεια να καταστήσουν το οδικό τους δίκτυο όσο το δυνατόν ασφαλέστερο.
Όσον αφορά στην Ελλάδα, το Άρθρο 42 του ΚΟΚ («Οδήγηση υπό την επίδραση οινοπνεύματος, φαρμάκων ή τοξικών ουσιών») ορίζει ότι ένας οδηγός θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό είναι από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (0,50 gr./l.) και άνω, μετρούμενο με τη μέθοδο της αιμοληψίας ή από 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα και άνω, όταν η μέτρηση γίνεται στον εκπνεόμενο αέρα με αντίστοιχη συσκευή αλκοολομέτρου.